Ορειβατικός Σύλλογος Ιωαννίνων - ΕΟΣΙ

Κεραυνός στην ορειβασία

Οι ορειβάτες ανησυχούν για δύο πράγματα, για τους κεραυνούς και τα τσοπανόσκυλα δίχως τσοπάνο!

Οι καταιγίδες πιο συχνά ξεσπάνε κατά το τέλος της άνοιξης και την αρχή του καλοκαιριού κατά τις απογευματινές ώρες και τις ημέρες κατά τις οποίες η διαφορά θερμοκρασίας κατώτερης-ανώτερης ατμόσφαιρας είναι μεγάλη (τότε λέμε ότι επικρατεί αστάθεια). Δηλαδή, όταν Μάιο-Ιούνιο το μεσημέρι κάνει πολλή ζέστη και επειδή η ανώτερη ατμόσφαιρα δεν το “πήρε μυρουδιά” ακόμη ότι μπαίνουμε στο καλοκαίρι, αλλά είναι ακόμη ψυχρή από τον χειμώνα, τότε πρέπει να περιμένουμε απογευματινές καταιγίδες. Οι καταιγίδες συνοδεύονται από ηλεκτρικές εκκενώσεις (αστραπές) είτε μεταξύ δύο νεφών είτε μεταξύ δύο τμημάτων του ιδίου νέφους είτε μεταξύ νέφους και εδάφους. Στην τελευταία περίπτωση η αστραπή λέγεται κεραυνός.

Γενικά, σε περίπτωση κεραυνών, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι από τη στιγμή που θα ακούσουμε τη βροντή (μπουμπουνητό) η καταιγίδα βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα μακριά. Για να υπολογίσουμε πόσο κοντά μας είναι, μετράμε τα δευτερόλεπτα που μεσολαβούν από τη στιγμή που θα δούμε τη λάμψη μέχρι τη στιγμή που θα ακούσουμε τη βροντή και τα πολλαπλασιάζουμε επί 350 (θεωρούμε ότι το φως μεταδίδεται ακαριαία ενώ η ταχύτητα του ήχου στην ατμόσφαιρα είναι περίπου 350 μέτρα το δευτερόλεπτο). Παραδείγματος χάριν, αν από τη στιγμή που θα δούμε τη λάμψη μέχρι τη στιγμή που θα ακούσουμε τη βροντή περάσουν 10 δευτερόλεπτα, τότε η καταιγίδα βρίσκεται 3,5 χιλιόμετρα από μας (10s x 350m/s = 3500m). Πρέπει όμως να έχουμε υπόψη μας ότι οι κεραυνοί δεν πέφτουν μόνον κάτω από το καταιγιδοφόρο νέφος, αλλά μπορούν να πέσουν ακόμη και σε ακτίνα λίγων χιλιομέτρων από αυτό.

 Αν τα μαλλιά μας αρχίσουν να σηκώνονται ή νοιώσουμε τσιμπήματα ή μυρμηγκιάσματα στο δέρμα μας, τότε κάπου κοντά συγκεντρώνεται ηλεκτρικό φορτίο και πρέπει να απομακρυνθούμε άμεσα.

Ο κεραυνός μας απειλεί με τρεις τρόπους: με απευθείας χτύπημα, με το ηλεκτρικό κύμα που εκλύεται όταν σκάσει κοντά μας και με το ηλεκτρικό ρεύμα που διαχέεται στο έδαφος.

Το πρώτο που κάνουμε είναι να τρέξουμε να κατέβουμε πιο χαμηλά. 

Αποφεύγουμε κορυφές, κορυφογραμμές, προεξοχές εδάφους, σχισμές, βραχοσκεπές.

Αποφεύγουμε εσοχές βράχων, εισόδους σπηλιών, μεμονωμένα δέντρα, κυρίως κωνοφόρα όπως ρομπόλα, έλατα, μαυρόπευκα. Προτιμούμε χαμηλά φουντωτά δέντρα όπως σφεντάμια, και γενικά τα φυλλοβόλα.

Αν νοιώθουμε την καταιγίδα να πλησιάζει απειλητικά πετάμε τα μεταλλικά αντικείμενα από πάνω μας και κλείνουμε τα κινητά τηλέφωνα.

Απομακρυνόμαστε από λιμνούλες και συγκεντρώσεις νερού.

Σε ανοιχτές εκτάσεις γινόμαστε όσο το δυνατόν μικρότεροι και χαμηλότεροι, όμως δεν ξαπλώνουμε στο έδαφος διότι είναι καλός αγωγός του ηλεκτρισμού.

Καθόμαστε στο σακίδιο μας και/ή γονατίζουμε όσο περισσότερο μπορούμε με τα δάχτυλα των ποδιών ακουμπισμένα στο έδαφος και τις φτέρνες ψηλά και ενωμένες. Με τα χέρια μας καλύπτουμε τα αυτιά μας. Σημαντικό: το μόνο που ακουμπάμε στο έδαφος είναι οι μύτες των ποδιών μας.

Αν είμαστε ομάδα σκορπιζόμαστε τουλάχιστον 20 μέτρα ο ένας από τον άλλον που είναι η ελάχιστη ακτίνα εδάφους διάχυσης του κεραυνού. Έτσι, σε περίπτωση κεραυνοβόλησης μέλους της ομάδας, θα μπορέσουμε να παράσχουμε βοήθεια.

Όλα τα παραπάνω είναι χρήσιμα, όμως η ορειβατική συμβουλή είναι να μην βρεθούμε στο πέρασμα καταιγίδας, ιδίως θερινής, και όταν την δούμε, την ακούσουμε, την μυρίσουμε, την νοιώσουμε να απομακρυνθούμε γρήγορα από τον δρόμο της.

Όσο για τα τσοπανόσκυλα δίχως τσοπάνο…..

Απομακρυνόμαστε γρήγορα από το κοπάδι.

Κρατάμε την ψυχραιμία σας, υποχωρούμε αλλά δεν δείχνουμε φόβο.

Κοιτάμε πίσω μας. 

Παίρνουμε από κάτω πέτρα, ένα μακρύ ξύλο και δείχνουμε ότι έχουμε “όπλα” σηκώνοντας ψηλά τα μπατόν, το ξύλο και την πέτρα.

Τους μιλάμε ήρεμα, φιλικά. Υπομονή θα βαρεθούν! Αν όχι, τα φοβερίζουμε με τα “όπλα” μας –όσο περισσότεροι είμαστε τόσο καλύτερα.

Εν τέλει φωνάζουμε τον τσοπάνο, ελπίζοντας να είμαστε τυχεροί και να είναι εκεί κοντά.